Μενού Κλείσιμο

Σχετικά με τα θηλαστικά της Οίτης, και συγκεκριμένα τα μεγάλα θηλαστικά, από τα πιο σημαντικά είναι το βαλκανικό αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra ssp. balcanica). Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα στοιχεία, απαντάται στην Πίνδο, στην Στερεά Ελλάδα (Οίτη, Γκιώνα, Βαρδούσια), στον Όλυμπο, στη Ροδόπη και στα βουνά των συνόρων μας με Π.Γ.Δ.Μ και Αλβανία (Τζένα, Πίνοβο, Νεμέρτσικα). Η παρουσία του, όμως, στην Οίτη είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς η Οίτη μαζί με τα γειτονικά όρη Γκιώνα και Βαρδούσια αποτελούν το νοτιότερο όριο εξάπλωσης του είδους σε παγκόσμιο επίπεδο. Γι’ αυτό, άλλωστε, το αγριόγιδο επιλέχθηκε να είναι το έμβλημα του Εθνικού Δρυμού Οίτης και του Φορέα Διαχείρισης. Ο πληθυσμός του στην Οίτη υπολογίζεται ότι είναι πολύ μικρός και τοπικά κρισίμως κινδυνεύων. Ζει σε δυσπρόσιτες περιοχές του βουνού, όπως απότομες χαράδρες, γκρεμούς και βραχώδεις περιοχές και το θηλυκό γεννά, συνήθως, ένα μόνο μικρό το Μάιο. Βασικότερη απειλή του είναι το κυνήγι, το οποίο έχει απαγορευτεί επίσημα στη χώρα μας από το 1969. Εξίσου σημαντική απειλή είναι η καταδίωξη αγριόγιδων από τα κυνηγόσκυλα που απαντώνται συχνά στο βιότοπό τους. Συχνά, ο κόσμος συγχέει το αγριόγιδο με τον κρητικό αίγαγρο (Capra aegagrus ssp. cretica), κοινώς αγρίμι, που ζει κυρίως στα Λευκά Όρη της Κρήτης. Τα δυο είδη έχουν σχετικά κοντινή συγγένεια, αλλά τόσο η προέλευση και η εξελικτική τους πορεία, όσο και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά και οι συνήθειές τους, καθώς επίσης και η γεωγραφική τους κατανομή, διαφέρουν κατά πολύ.

Ένα άλλο θηλαστικό που απαντάται στην Οίτη, είναι ο λύκος (Canis lupus). Ο πληθυσμός του λύκου στην Οίτη φαίνεται να παρουσιάζει αύξηση τα τελευταία 10 έτη, ακολουθώντας μια πορεία επανάκαμψης που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα (2012), υπολογίζεται ότι σήμερα υπάρχουν 1-2 αναπαραγωγικές αγέλες λύκων, με επικράτειες που εκτείνονται στην ευρύτερη περιοχή του όρους Οίτη, συνιστώντας ένα μικρό αλλά μόνιμο πλέον πληθυσμό από λίγα άτομα του είδους. Η επανεμφάνιση του λύκου σχετίζεται αρχικά με τη βελτίωση του νομικού καθεστώτος προστασίας του είδους, αφού από το 1981 σταμάτησε η επικήρυξή του ως επιβλαβές είδος, ενώ από το 1992 περιλαμβάνεται πλέον στα είδη της Οδηγίας 92/43/ΕΟΚ. Ο περιορισμός των ανθρώπινων δραστηριοτήτων (όπως οι ορεινές καλλιέργειες) στις περιοχές κατανομής του, καθώς και η μείωση του μεγάλου αριθμού κτηνοτροφικών ζώων εκτατικής κτηνοτροφίας, συνέβαλλαν επίσης στην επανεμφάνισή του. Επιπλέον, ο λύκος διαθέτει σχετικά υψηλό αναπαραγωγικό δυναμικό και ιδιαίτερη ικανότητα να εποικίζει νέες περιοχές μέσω της διασποράς σε μεγάλες αποστάσεις, εφόσον βρει κατάλληλο βιότοπο και επάρκεια τροφής.

Η παρουσία της καφέ αρκούδας (Ursus arctos) στην Οίτη (απειλούμενο με εξαφάνιση είδος στην Ελλάδα) είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντική, καθώς αποτελεί το νότιο-ανατολικότερο άκρο κατανομής του είδους στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη. Η Οίτη αποτελεί σχετικά πρόσφατα εποικισμένη περιοχή εξάπλωσης του είδους μετά την περίοδο 1991-1995. Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία (2012), ο πληθυσμός της καφέ αρκούδας στην Οίτη εκτιμάται ότι είναι αρκετά μικρός, αλλά μόνιμος, με το είδος να αναπαράγεται κάθε περίπου 3-4 χρόνια. 

 

Πηγές:

  • Λεγάκις Α. & Μαραγκού Π. 2009. Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Ζώων της Ελλάδας. Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία, Αθήνα, 528 σελ.
  • Παπαϊώαννου Χ. 2005. Αγριόγιδο στα όρια της επιβίωσης. Ιωάννινα, 104 σελ.
  • Ηλιόπουλος Γ. & Πετρίδου Μ. 2012. Προκαταρκτική διερεύνηση για την αντιμετώπιση της σύγκρουσης με τα μεγάλα σαρκοφάγα στην περιοχή ευθύνης του Φ.Δ. Εθνικού Δρυμού Οίτης. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Οίτης., «Καλλιστώ» Π.Ο., 123 σελ.